ἐκπλαγῆναι

ἐκπλαγῆναι
ἐκπλάσσω
model exactly
aor inf pass
ἐκπλήσσω
strike out of
aor inf pass
ἐκπλᾱγῆναι , ἐκπλήσσω
strike out of
aor inf pass

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • έκπαγλος — η, ο (AM ἔκπαγλος, ον) αυτός που αφήνει κάποιον έκπληκτο με την ομορφιά, τη δύναμη ή άλλο προτέρημα (α. «εκπάγλου κάλλους» β. «σθένει ἔκπαγλος» με εκπληκτική δύναμη γ. «ἐν πόνοις ἔκπαγλος» θαυμαστός για τα κατορθώματά του) αρχ. 1. εκπληκτικός,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”